- σολομωνική
- η1. σύνολο απόκρυφων βιβλίων με προφητείες που αποδίδονται στο Σολομώντα.2. μαγική τέχνη, αλχημεία.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
σολομωνική — Βιβλίο με διάφορες οδηγίες για την άσκηση της μαγείας και την καθυπόταξη των δαιμόνων και των πνευμάτων. Το βιβλίο αυτό, του οποίου υπάρχουν πολλές εκδόσεις, πολλοί το θέλουν έργο του Σολομώντα, βασιλιά του Ισραήλ, ο οποίος, σύμφωνα με κάποια… … Dictionary of Greek
solomonar — SOLOMONÁR, solomonari, s.m. (pop.) 1. Persoană care are noţiuni de astronomie, care face calendare şi prevesteşte vremea. 2. Persoană cu pretinse puteri supranaturale, care ar putea provoca sau împiedica diverse fenomene naturale; p. gener.… … Dicționar Român